όταν σκέφτεσαι τη χώρα σου
βλέπεις πλεξούδες κι ένα ματογυάλι˙ ένα γέρικο ματωμένο σκυλί
έναν χώρο με δυο ανθρώπους χωρίς δόντια στο κρεβάτι
σκούρα σύκα στην άμμο˙ ένα δρόμο, λεύκες
σπίτι, μπλε, σύννεφα
καλάμι˙ ένα τηλέφωνο
βλέπεις;
όταν σκέφτεσαι τη χώρα σου
βλέπεις
πρέπει να ‘μαστε δυνατοί
εντόσθια γεμάτα κρατήρες και μύγες
το βουνό είναι ένα σφαγείο δίχως τοίχους
πάνω απ’ τους χίλιους λόφους του Νετάλ[1]
οι γροθιές των πολεμιστών σα φλάμπουρα
φυλακισμένοι κείτονται στην λάσπη˙ βλέπεις
ορυχεία που από μέσα τους ξεχύνονται οι σκλάβοι˙ η βροχή
κροταλίζει ψηλά σαν σπίθες ενάντια στο βράδυ
ανάμεσα στις καλαμιές σάπισε ο σκελετός του νάνου.
Μετάφραση: Νάντια Πούλου
[1] Επαρχία της Νότιας Αφρικής
Λίγα λόγια για τον ποιητή
Από τους πιο γνωστούς Νοτιοαφρικανούς ποιητές και πεζογράφους. Τη δεκαετία του ’60 αυτοεξορίστηκε στο Παρίσι, όταν του απαγορεύτηκε η είσοδος στη χώρα, εξαιτίας του γάμου του με μια Βιετναμέζα. Από εκεί πολέμησε ενεργά το απαρτχάιντ. Γράφει στα Αφρικάανς και τα Αγγλικά.