Ο Κορνήλιος (Κέις) Κλοκ γεννήθηκε στην Dordrecht της Ολλανδίας. Σπούδασε ιστορία στη Χάγη και σύγχρονη ιστορία στο πανεπιστήμιο της Ουτρέχτης. Αρχικά, έστρεψε την προσοχή του στην ευρωπαϊκή αποικιοκρατία και την αμερικανική ιστορία. Αργότερα, ειδικεύτηκε στην ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας, της Κύπρου και της γύρω περιοχής, για την οποία έγραψε πολλά άρθρα και βιβλιοκρισίες τα τελευταία 15 χρόνια. Το 2002 συνεργάστηκε ως ιστορικός σε μια σειρά εκπομπών του ολλανδικού ραδιοφώνου για την Κύπρο, που μεταδόθηκε την ίδια χρονιά και την επόμενη. Είναι ιδρυτικό μέλος της Ολλανδικής Εταιρείας Νεοελληνικών Σπουδών, που εδρεύει στο πανεπιστήμιο του Άμστερνταμ. Εκτός από ιστορικός, είναι ποιητής και μεταφραστής.
Το taal.gr είχε την ευκαιρία να συνομιλήσει μαζί του για θέματα που αφορούν την ελληνική και ολλανδική ποίηση αλλά και τη λογοτεχνία γενικότερα.
Klik hier voor een Nederlandse versie van het interview
Ποιες είναι οι κυριότερες πηγές έμπνευσης για τα ποιήματά σας;
Ποικίλουν. Συχνά πρόκειται για προσωπικές αναμνήσεις κι εμπειρίες. Κάποιες φορές ενέχουν μια ετεροχρονισμένη αντίδραση σε κάποια πράγματα. Με άλλα λόγια, πολλές φορές γράφω για πράγματα τα οποία με πρωτοάγγιξαν πολύ καιρό πριν. Φυσικά, τα μεγάλα θέματα της αγάπης, του θανάτου και της αναπόφευκτης παρέλευσης του χρόνου είναι παρόντα στη δουλειά μου. Θα μπορούσα να πω ότι ποίηση αποτελεί για μένα και μια προσπάθεια να ξορκίσω τον χρόνο.
Έχετε ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον κι ευανάγνωστο blog. Είστε επίσης ένας από τους βασικούς συντελεστές του De Contrabas, του μεγαλύτερου Ολλανδικού διαδικτυακού blog αφιερωμένου στην ποίηση. Ποιες ομοιότητες και ποιες διαφορές υπάρχουν στο γράψιμο κειμένων για το ίντερνετ σε σχέση με το γράψιμο για «παραδοσιακά», έντυπα λογοτεχνικά περιοδικά;
Οι ομοιότητες έχουν να κάνουν με τα θέματα για τα οποία γράφω. Παρόλο που στο blog μου θα μπορούσα να γράψω κυριολεκτικά για τα πάντα, τον μεγαλύτερο ρόλο παίζουν η λογοτεχνία και η ιστορία. Πράγμα που συμβαίνει και με τα «παραδοσιακά» περιοδικά. Μια βασική διαφορά όμως είναι ότι εδώ δεν έχεις έναν αρχισυντάκτη από πάνω σου. Αυτό έχει το μειονέκτημα ότι κανείς δεν κοιτάζει κριτικά τα κείμενά σου, πράγμα το οποίο σε προφυλάσσει κάποιες φορές από λάθη. Αυτό όμως μπορείς να το αποφύγεις ζητώντας ο ίδιος από κάποιον να τα κοιτάξει.
Αλλά τελικά, το ότι δε δουλεύεις με μια συντακτική ομάδα έχει και πλεονεκτήματα. Με βάση την εμπειρία μου, στα περισσότερα περιοδικά η σύνταξη αποτελείται από κάποια καλοπροαίρετα μέλη που δουλεύουν αμισθί και τα οποία διαθέτουν ένα μικρό μόνο μέρος του χρόνου τους για το περιοδικό. Αυτό σημαίνει ότι συχνά πρέπει να περιμένεις αιώνια μέχρι να οριστικοποιηθεί η τύχη του κομματιού που πρότεινες. Δυστυχώς, σε κάποιες συντακτικές ομάδες περιοδικών ξεχνούν τους καλούς τους τρόπους και την έννοια του σεβασμού όταν έρχονται αντιμέτωποι με τους συγγραφείς και δε δίνουν καθόλου σημασία σε τουλάχιστον μια κόσμια επικοινωνία μαζί τους. Δε συμβαίνει παντού αυτό, αλλά σίγουρα πιο συχνά απ” όσο θα έπρεπε.
Με ποια κριτήρια επιλέγετε τους ποιητές και τις ποιήτριες για τις μεταφράσεις σας, αλλά και για τις παρουσιάσεις του θεματικού τμήματος Stanza του Contrabas, το οποίο και διεθύνετε;
Το σημαντικότερο κριτήριο για την επιλογή ποιητών και ποιητριών για το Stanza είναι η δυνητική σημασία που μπορεί να έχει η γνωριμία μαζί τους για τον αναγνώστη. Πέρα απ” αυτό, είναι σημαντικό να βρίσκω τη δουλειά τους ενδιαφέρουσα. Αυτό το τελευταίο είναι ένα ακόμα πιο σημαντικό κριτήριο για την επιλογή των ποιητών που μεταφράζω. Η δουλειά τους πρέπει να με γοητεύει. Ένα ακόμα κριτήριο είναι η «μεταφρασιμότητα». Από ένα καλό πρωτότυπο κείμενο θα πρέπει δυνητικά να μπορεί να φτιαχτεί ένα καλό ολλανδικό ποίημα.
Τι νομίζετε ότι διαβάζει περισσότερο το ολλανδικό αναγνωστικό κοινό: ολλανδική/φλαμανδική ή μεταφρασμένη ποίηση;
Το πρόβλημα επί ολλανδικού εδάφους είναι ότι πάρα πολλοί προσπαθούν να γράψουν ποιήματα ενώ η ίδια η ποίηση διαβάζεται τελικά από σχετικά λίγα άτομα, με όλες τις αρνητικές συνέπειες μιας τέτοιας κατάστασης. Δηλαδή μια μεγάλη παραγωγή αδύναμων ποιημάτων, τα οποία ανεβαίνουν κυρίως στο διαδίκτυο, εκεί όπου δεν υπάρχει κάποιος αρχισυντάκτης για να προστατεύσει έναν ανώριμο ή ατάλαντο ποιητή από τον εαυτό του. Από τις λίστες με πωλήσεις βιβλίων φαίνεται ότι η μεταφρασμένη ποίηση διαβάζεται ακόμα λιγότερο από την ποίηση τη γραμμένη στα Ολλανδικά. Δεν ξέρω όμως αν το ίδιο ισχύει και για τις βιβλιοθήκες. Σε κάθε περίπτωση, ως μεταφραστή, είναι μια κατάσταση που με θλίβει πολύ.
Έχετε μια στενή σχέση με την Ελλάδα. Θα θέλατε να μας πείτε κάτι παραπάνω γι” αυτήν;
Έχω ισχυρούς δεσμούς με την Ελλάδα. Κατ” αρχήν ήμουν παντρεμένος με την Ελληνίδα ποιήτρια και μεταφράστρια Στέλλα Τιμωνίδου, η οποία δυστυχώς απεβίωσε το 2007. Μαζί της, έχω μεταφράσει ελληνική ποίηση στα Ολλανδικά. Εκείνη έχει μεταφράσει ποίηση από τα Ολλανδικά και Αγγλικά στα Ελληνικά, καθώς και το βιβλίο μου για την ιστορία της Κύπρου: «Αφροδίτη και Ευρώπη» (University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 2005).
Ένας δεύτερος σύνδεσμός μου με την Ελλάδα αλλά και την Κύπρο είναι η ιστορία. Έχω ειδικευθεί στην ιστορία αυτών των δύο χωρών και άρθρα μου σχετικά με αυτές δημοσιεύονται τακτικά σε περιοδικά. Είμαι επίσης επισκέπτης καθηγητής στην Ολλανδική Εταιρεία Νεοελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Άμστερνταμ και σχολιάζω τακτικά την επικαιρότητα στην Ελλάδα και την Κύπρο στο ραδιόφωνο. Έχω πολλούς συγγενείς και φίλους σ” αυτές τις χώρες κι ένα μέρος του έτους διαμένω στην Θεσσαλονίκη.
Ποια είναι η γνώμη σας για τη σύγχρονη ελληνική πεζογραφία και ποίηση;
Απ” όσα γνωρίζω για την σύγχρονη ελληνική πεζογραφία και ποίηση, το πιο αξιοσημείωτο είναι ότι υπάρχει μια πλουσιότερη λογοτεχνική παράδοση απ” ότι στην Ολλανδία. Το 2004 δημοσιεύσαμε μαζί με την Στέλλα μια ανθολογία της κυπριακής λογοτεχνίας. Το υψηλό της επίπεδο στάθηκε για μένα πηγή έκπληξης αλλά και έμπνευσης. Αυτό ισχύει, τηρουμένων των αναλογιών και για την λογοτεχνία της Ελλάδας. Εδώ θα ήθελα να περιλάβω και τους λογοτέχνες της ελληνικής διασποράς, όπως για παράδειγμα τον Tom Petsinis από την Αυστραλία, έστω κι αν κάποιοι από αυτούς δημοσιεύουν τα ποιήματά τους σε άλλη γλώσσα από τα Ελληνικά.
Εκτός από τα «μεγάλα ονόματα» όπως ο Καβάφης και οι νομπελίστες ποιητές, η ελληνική ποίηση είναι σχεδόν άγνωστη στην Ολλανδία. Συμφωνείτε μ” αυτή την άποψη;
Όχι, δε συμφωνώ, διαφωνώ κάθετα. Εκτός από την ανθολογία της κυπριακής λογοτεχνίας που προανέφερα, έχουμε μια σημαντικότατη ανθολογία ελληνικής ποίησης (Spiegel van de Griekse poëzie, εκδόσεις Meulenhoff, Άμστερνταμ), η τελευταία έκδοση της οποίας βγήκε το 2000 σε επιμέλεια των διάσημων μεταφραστών του Καβάφη Hans Warren και Mario Molegraaf. Πέρα από αυτό, δημοσιεύονται τακτικά μεταφράσεις σύγχρονων Ελλήνων ποιητών από τις εκδόσεις Ta Grammata.To 2006, έξι Έλληνες ποιητές ήταν καλεσμένοι στο φεστιβάλ Poetry International του Ρότερνταμ και το περιοδικό De Tweede Ronde είχε βγάλει στο παρελθόν δύο τεύχη αφιερωμένα εξολοκλήρου σε Έλληνες ποιητές και πεζογράφους. Επίσης, το περιοδικό Lychnari παρουσιάζει τακτικά λογοτέχνες από την Ελλάδα. Για όποιον θέλει να το ψάξει, υπάρχει μια πολύ καλή αντιπροσώπευση της ελληνικής ποίησης στην Ολλανδία.
Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σας Έλληνες και Κύπριοι λογοτέχνες;
Κάποιοι ποιητές που γράφουν στα Ελληνικά και που μου αρέσουν ιδιαίτερα (εκτός από τους «κλασικούς», όπως ο Σολωμός, ο Σεφέρης, ο Ρίτσος κι ο Καβάφης) είναι οι Νικηφόρος Βρεττάκος, Ανέστης Ευαγγέλου, Κυριάκος Χαραλαμπίδης, Νίκη Μαραγκού, Κώστας Καρυωτάκης, Μιχάλης Πιερής, Στέφανος Στεφανίδης (κι ας δημοσιεύει στα Αγγλικά τα ποιήματά του), Νίκος Καββαδίας, Θανάσης Γεωργιάδης και Θεοδόσης Νικολάου. Δε θέλω να σας κουράσω με άλλα ονόματα, αν και σίγουρα αδικώ κάποιους ποιητές τους οποίους δεν αναφέρω εδώ. Το ίδιο ισχύει και για τους πεζογράφους, οπότε θα αναφέρω απλά τους τρεις πιο αγαπημένους μου: Νίκος Καζαντζάκης, Κώστας Ταχτσής και Παύλος Μάτεσις.
Ας υποθέσουμε ότι κάποιος δεν έχει ιδέα από την ολλανδική ποίηση και σας ρωτάει «ποιοι είναι οι 3-5 σημαντικότεροι ποιητές για να αρχίσω μαζί τους;» Ποια ονόματα θα «συνιστούσατε»;
Αυτή είναι μια δύσκολη ερώτηση. Από τον δέκατο ένατο αιώνα, τους Jacques Perk και Willem Kloos. Από τον εικοστό και αυτόν που διανύουμε μου έρχονται στο μυαλό οι J.W.F. Werumeus Buning, Hans Warren, Remco Campert, C.O. Jellema και Job Degenaar, αλλά μια τέτοια λίστα δεν μπορεί παρά να είναι άκρως υποκειμενική.
Ποιοι ποιητές αποτέλεσαν τη σημαντικότερη έμπνευση για το έργο σας;
Είναι πολλοί, αλλά εκείνοι που είχαν καθοριστική επίδραση είναι οι C. Buddingh”, Remco Campert και Jan Eijkelboom.
Είναι κάτι άλλο που θέλετε να μοιραστείτε με τους αναγνώστες και τις αναγνώστριες του taal.gr;
Νομίζω ότι είπαμε αρκετά. Εύχομαι πάντως οι αναγνώστες και οι αναγνώστριές σας να αντλούν την ίδια ευχαρίστηση και έμπνευση από την ανάγνωση της ποίησης όπως κι εγώ.
Σας ευχαριστούμε!
Διαβάστε εδώ το ποίημα του Κέις Κλοκ «Σ” αυτήν την κάτω χώρα»
Εκτός από ιστορικός, είναι ποιητής και μεταφραστής.
Πάντα εξαιρετικός και πέραν του δέοντος σεμνός ο αγαπητός φίλος Κορνήλιος. Η αγάπη του για την Ελλάδα και την Κύπρο είναι γνωστή. Πολλά πράγματα τον “οδηγούν’στη Μεσόγειο. Πρώτα πρώτα η αξιαγάπητη Στέλλα, αλλά και μια βαθύτερη νομίζω εκτίμηση της τέχνης και γενικότερα της κουλτούρας αυτών των τόπων. Και μέσα από την ίδια τη ζωή του προκύπτει ότι η σχέση του αυτή είναι ουσιαστική, βαθιά και διαρκής. Να” ναι πάντα καλά!