Έχει τη φήμη μιας από τις καλύτερες παγκοσμίως ομάδες σύγχρονου χορού: με ιστορία από το 1959, όταν κάποιοι χορευτές αποσχίστηκαν από το Ολλανδικό Μπαλέτο (Nederlands Ballet) κι έφτιαξαν την δική τους ομάδα, με κορυφαίους χορογράφους όπως ο Hans van Manen και ο τσεχοσλοβάκος Jiří Kylián, με πάνω από εκατό διακρίσεις και βραβεία.
Γνωρίζοντας όλα αυτά, αλλά και έχοντας ήδη δει παραστάσεις τους, κινδυνεύει κανείς πηγαίνοντας στην παράσταση Sehnsucht και Schmetterling στο Μέγαρο Μουσικής, απλά να επιβεβαιώσει το χιλιοειπωμένο «μια συγκλονιστική παράσταση σύγχρονου χορού». Ή ακόμα και να δικαιώσει τον αντίλογο που του ψιθυρίζει «πόσο πιο καλοί θα είναι πια; Το γνώριμο και το απόλυτα εκθειασμένο δεν εκπλήσσει πλέον».
Όμως τις χορογραφίες του NDT δεν τις βλέπει κανείς απλά με τα μάτια ή με το νου. Τις βιώνει. Με το σώμα του, με τις αισθήσεις του. Μοιάζει μια επικοινωνία χορευτών και κοινού βαθύτερη, σχεδόν πρωτόγονη. Χωρίς να μεσολαβεί ο λόγος. Χωρίς να μπαίνει απαραίτητα σε λειτουργία ο αυτόματος μηχανισμός αποκωδικοποίησης του μηνύματος, σύνδεσης με προηγούμενες πληροφορίες και συμπεράσματος «μου αρέσει / δεν μου αρέσει».
Πρώτο έργο το «Sehnsucht», μια γερμανική λέξη που δεν μεταφράζεται και παραπέμπει στο συναίσθημα του ισχυρού πόθου και της νοσταλγίας. Από την πρώτη σκηνή κόβεται η ανάσα. Κοντσέρτο για πιάνο 3 και 4 του Beethoven. Ένα ζευγάρι που χορεύει μέσα σ’ έναν κύβο-δωμάτιο που περιστρέφεται στη σκηνή, καταργώντας τους νόμους της φυσικής και της βαρύτητας και δημιουργώντας την αίσθηση ότι όλα είναι δυνατά. Το ζευγάρι επιδίδεται στον «διάλογο» της σχέσης του, ή ακόμα και στο αναπόφευκτο της σχέσης, τη φυγή, τον πόθο, τη νοσταλγία, μέσα από την κίνηση των σωμάτων και των αντικειμένων – μια πόρτα που ανοίγει προς την έξοδο (άραγε το τέλος;), η καρέκλα που μοιάζει να αιωρείται σε μια περιστροφή, το παράθυρο που άλλοτε αποτελεί διαφυγή κι άλλοτε φυλακίζει. Από κοντά στο χαμηλότερο μέρος της σκηνής ένας χορευτής σόλο σε διαλεκτική σύνδεση με την ιστορία του ζευγαριού. Μια σύνθεση απλή που ενέχει πολυπλοκότητες και μια πηγαία αυθεντικότητα που συγκινεί. Ένας αναστοχασμός πάνω στον έρωτα και τις σχέσεις που συμπληρώνεται στην επόμενη σκηνή από το σύνολο των χορευτών. Άντρες και γυναίκες ισότιμα ημίγυμνοι επιδίδονται σε μια ισχυρή κι αρχέγονη γλώσσα σώματος, μεταδίδοντας την αίσθηση της οικειότητας, της λαχτάρας, της ματαίωσης, της διεκδίκησης.
Το δεύτερο έργο «Schmetterling» που σημαίνει πεταλούδα, βυθίζει τον θεατή σε καινούριο κι ακατέργαστο υλικό, σ’ ένα ταξίδι αντιθέσεων. Ο νέος άντρας και η γυναίκα που δείχνει ηλικιωμένη – μοιάζει η μητέρα του. Κινήσεις που φανερώνουν οικειότητα και φροντίδα. Ένα σύμπλεγμα αντιθετικών συναισθημάτων: η τάση για φυγή, η ενεργητικότητα που ωθεί μακριά και ο φόβος της απώλειας, του αποχωρισμού. Η ασφάλεια του παρόντος δεσμού. Αντιθέσεις που οξύνονται καθώς ο χορός μάνας και γιού με τον μινιμαλιστικό λυρισμό της μουσικής του Max Richter εναλλάσσεται με τις γεμάτες ενέργεια και παιχνίδισμα χορογραφίες των υπόλοιπων χορευτών στους έντονους ήχους και στίχους των τραγουδιών αγάπης (69 Love Songs) του συγκροτήματος Magnetic Fields. Ιστορίες καθημερινής αγάπης, όπου το φύλο ξεπερνάει τους κανονισμούς αντρικών και γυναικείων κοστουμιών ή αρσενικών και θηλυκών κινήσεων. Κι όσο οι αισθήσεις του κοινού βομβαρδίζονται και «ιντριγκάρονται», τόσο οι κορυφώσεις των αντιθέσεων προχωρούν, ακόμα και μέσα από τις εναλλαγές σκηνικών και φωτισμού, αλλά και τον εντυπωσιακό χωρισμό της σκηνής σε δύο επίπεδα όταν κάποια στιγμή μοιάζει πραγματικά να ανοίγει το έδαφος στα δυο. Η «Πεταλούδα» είναι αφιερωμένη από τους χορογράφους στην μητέρα της χορεύτριας Μαρτίν Μπρεάρντ Βαλέρκσι, η οποία πήρε άδεια ενός έτους για να φροντίσει την ηλικιωμένη και ετοιμοθάνατη μητέρα της.
Οι χορευτές των δύο έργων επικοινωνούν με τη δική τους παγκόσμια γλώσσα, συναισθήματα και πεποιθήσεις πέρα από λογικές αναλύσεις, κριτικές σκέψεις, λυρικές περιγραφές. Πρόκειται για μια αίσθηση και αισθητική πέρα από τις λέξεις. Είναι σαν ο θεατής να μην βλέπει αλλά να κινείται νοερά μαζί τους. Ακόμα και ο κριτικός δεν θα μπορούσε να σταθεί σε φαινομενικές ατέλειες της (ήδη τελειοποιημένης) δεξιοτεχνίας, γιατί πολύ απλά αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του φυσικού όλου, της αδιάσπαστης ροής, της ζωής.
Δημιουργοί των δύο έργων οι χορογράφοι Paul Lightfoot και Sol León, συνεργάτες του Nederlands Dans Theater από το 1987 ως χορευτές (στα έργα του αξέχαστου Jiří Kylián) και στη συνέχεια ως χορογράφοι. Ο Paul Lightfoot είναι από την περασμένη άνοιξη και ο καλλιτεχνικός διευθυντής του συνόλου. Για τον φωτισμό υπεύθυνος είναι ο Tom Bevoort και για τα κοστούμια του δεύτερου έργου η Joke Visser και η Hermien Hollander.
Το Nederlands Dans Theater χωρίζεται σε δύο ομάδες, την εν λόγω ομάδα Ι που αποτελείται από καταξιωμένους χορευτές ηλικιών από 23 εως 42 και την ομάδα ΙΙ των νέων και ανερχόμενων ταλέντων ηλικίας μέχρι 23 χρόνων. Αξίζει να σημειωθεί ότι από το 1991 ιδρύθηκε με πρωτοβουλία του Jiří Kylián και η ομάδα ΙΙΙ των μεγαλύτερων σε ηλικία χορευτών από 40 και άνω, που όμως τερμάτισε το έργο της το 2006 λόγω περιορισμένης χρηματοδότησης.
Η παράσταση του Nederlands Dans Theater παρουσιάζεται στο Μέγαρο Μουσικής στις 5, 6, 7, και 8 Απριλίου. Περισσότερες πληροφορίες στην ιστοσελίδα του Μεγάρου.