
David Pefko - photo © Bert Nienhuis
Ο David Pefko (Ντάβιντ Πέφκο) γεννήθηκε το 1983 στο Άμστερνταμ. Ζει εναλλάξ στο Άμστερνταμ και την Αθήνα. Διηγήματά του δημοσιεύονται τακτικά σε Ολλανδόφωνα λογοτεχνικά περιοδικά. Το ντεμπούτο του Levi Andreas (Λεβί Αντρέας) κυκλοφόρησε το 2009 και έγινε δεκτό με ενθουσιασμό από τους κριτικούς. Διαβάστε εδώ περισσότερα για το βιβλίο και εδώ την μετάφραση ενός διηγήματος του συγγραφέα. Ακολουθεί μια ενδιαφέρουσα συζήτηση που είχαμε μαζί του:
Στο βιβλίο «Levi Andreas», η Ρόζα ταξιδεύει σε «κάτι σαν το τέλος του κόσμου». O Tom Waits είχε τραγουδήσει κάποτε: «If you get far enough away you’ll be on your way back home». Ισχύει αυτό;
Δεν είχα αξιολογήσει πιο πριν τη γνώμη του Tom Waits, αλλά αυτό που λέει σίγουρα ισχύει. Για την Ρόζα, το ταξίδι είναι μεταξύ άλλων ένας τρόπος για να ανακαλύψει ξανά τον εαυτό της, για να επιστρέψει στην εστία της.
«Η ακινησία και η εντιμότητα σαν απαρχή του ξεπεσμού» αναφέρει η κριτική της NRC σχετικά με το βιβλίο σου. Ισχύει κάτι τέτοιο και για τους συγγραφείς και την τέχνη τους; Ποια η σχέση του ψέματος με την συγγραφή;
Βρίσκω εξαιρετικά ενδιαφέροντα τα ψέμματα και γενικότερα το ψεύδος. Ο καθένας από εμάς διαστρεβλώνει κάποιες στιγμές την πραγματικότητα και δεν ξέρω στ’ αλήθεια κανέναν που να μην το κάνει. Τους ανθρώπους που ισχυρίζονται ότι δεν λένε ψέματα, απλά δεν τους εμπιστεύομαι. Ο συγγραφέας χρειάζεται τα ψέματα, όσο κι εκείνα τον ίδιο.
Ξαναβρίσκεσαι ποτέ με τους ήρωες των ιστοριών σου; Μπορείς να περιγράψεις μια τέτοια συνάντηση;
Λίγο καιρό πριν έλαβα ένα ηλεκτρονικό μήνυμα από έναν κλόουν τον οποίο είχα προσβάλει σε μια ιστορία που είχα δημοσιεύσει το blog μου. Ο κλόουν ήταν της άποψης ότι δεν είχα κατανοήσει τίποτα από τη δουλειά του και ότι θα έπρεπε χωρίς αμφιβολία να επισκεφτώ μια φορά το τσίρκο του. Δέχτηκα κατευθείαν την πρότασή του, αλλά από τότε δεν ξανάκουσα κάτι από αυτόν, κάτι που με λύπησε.
Παρά τις έρευνές μας, ανακαλύψαμε ότι «υπάρχουν ελάχιστα βιογραφικά στοιχεία» για σένα. Από την άλλη έχεις γράψει ότι ζεις «εναλλάξ στο Άμστερνταμ και την Αθήνα». Θα μπορούσες να μας πεις κάτι παραπάνω για τη σχέση σου με την Αθήνα και την Ελλάδα;
Ο πατέρας μου είναι Έλληνας και έχω πολλούς συγγενείς στην Ελλάδα. Κάποιους μήνες κάθε χρόνο ζω στην Αθήνα και μου αρέσει πάρα πολύ η πόλη, η χώρα και ο τρόπος ζωής. Επίσης, είμαι μεγάλος οπαδός του μεσημεριανού ύπνου, αν και τελικά προτιμώ να κάνω την βόλτα μου στην πόλη ακριβώς την ώρα που οι υπόλοιποι τον απολαμβάνουν.
Με ποιο τρόπο επηρεάζει τη δουλειά σου η εναλλαγή μεταξύ Άμστερνταμ και Αθηνών;
Στην Ελλάδα, βρίσκω μια αφάνταστη ηρεμία για να γράψω. Γι’ αυτό, θα μπορούσε να ευθύνεται το κλίμα. Αν και νομίζω ότι οφείλεται περισσότερο στο γεγονός ότι επειδή έχω γεννηθεί στο Άμστερνταμ, αισθάνομαι πιο «άδειος» στην Ελλάδα. Αν και πλέον, με τον καιρό, η επιρροή αυτής της εναλλαγής έχει ελλατωθεί.
Κάπου αναφέρεις ότι προσπαθείς να αποφύγεις όσο γίνεται τις Ολλανδικές πόλεις εκτός του Άμστερνταμ. Ισχύει το ίδιο και για τις Ελληνικές πόλεις εκτός από την Αθήνα;
Σε καμία περίπτωση. Όταν είμαι στην Ελλάδα, προσπαθώ να ταξιδεύω όσο πιο πολύ γίνεται. Την τελευταία φορά που ήμουν εκεί πήγα στα βόρεια, μέχρι τα σύνορα με την Αλβανία. Τα ταξίδια στην Ελλάδα έχουν κάτι το θαυμαστό κι εκεί έγκειται και η διαφορά: στην Ολλανδία δεν μπορείς στ’ αλήθεια να ταξιδέψεις μέσα στη χώρα. Περιέργως μου αρέσει ο Πειραιάς, ο Μαραθώνας, αλλά και η Νέα Ιωνία (Μαγνησίας).
Ο ήρωας του βιβλίου σου αισθάνεται την ανάγκη να υποδυθεί τον εαυτό του σε διάφορες γεωγραφικές τοποθεσίες. Είναι αυτό κάτι που χαρακτηρίζει κι εσένα;
Όλοι κατά βάθος υποδύονται τους εαυτούς τους, ανεξάρτητα από την τοποθεσία που το κάνουν.
Κάποτε ήσουν «έμπορος υφασμάτων». Πότε ανακάλυψες ότι ήθελες να γίνεις συγγραφέας;
Το 2007 πήγα στην Ελλάδα κι έμεινα εκεί δύο χρόνια. Τότε εγκατέλειψα για τα καλά την εμπορία υφασμάτων. Από πολύ μικρός ήθελα κάποια στιγμή να γράψω ένα μυθιστόρημα, έστω κι αν το είχα ξεχάσει για κάποια χρόνια.
Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σου συγγραφείς;
Τζ.Μ.Κούτσι, Φίλιπ Ροθ, Μισέλ Ουελμπέκ. Από Ολλανδούς: W.F. Hermans, Eva Coolen, Gerard Reve και πολλοί άλλοι.
Κάπου γράφεις: «πιο παλιά απλά έβγαινε ένα βιβλίο. Από το πουθενά». Τα κείμενά σου στο Ίντερνετ –όπως και πολλών συγγραφέων πλέον- δημοσιεύτηκαν πριν το ντεμπούτο σου. Από την άλλη μεριά, δε θεωρείς ότι η ιστοσελίδα σου είναι στ’ αλήθεια ένα blog. Αν ένας μελλοντικός βιογράφος έγραφε: «ο David Pefko ξεκίνησε ως blogger», τι θα του έλεγες;
Ότι δεν είναι απόλυτα σωστό, γιατί στην πραγματικότητα δεν «μπλογκάρω». Στο blog μου –το οποίο στην πραγματικότητα δεν είναι blog- αναρτώ κυρίως διηγήματα. Το ντεμπούτο μου εξάλλου είναι ένα διήγημα (‘De detentiesigaret’), το οποίο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Tirade.
Και μια αναμενόμενη ερώτηση: πότε θα δημοσιευθεί το επόμενο μυθιστόρημά σου; Μπορείς να μας πεις κάτι παραπάνω γι’ αυτό;
Το επόμενο μυθιστόρημά μου ονομάζεται ‘Het Voorseizoen’ και θα κυκλοφορήσει στο τέλος αυτού του έτους. Πέραν τούτου, δε θέλω να πω ακόμα κάτι παραπάνω γι’ αυτό.
Θα μεταφραστεί το βιβλίο σου Levi Andreas σε άλλες γλώσσες; Στα Ελληνικά;
Πραγματικά δεν έχω ιδέα, ίσως στο μέλλον… Ποιος ξέρει;