Ο Ολλανδός Ροΐδης μεταφράζει Ροΐδη

la_papesse
Standard

Όπως έχουμε αναλύσει στο παρελθόν, η σχέση κάθε αναγνώστη με την Ολλανδική λογοτεχνία έχει διαμορφωθεί σε μεγάλο βαθμό από το έργο του Χέρριτ Κόμραϊ (Komrij): τα ποιήματά του και -κυρίως- τις ποιητικές του ανθολογίες. Εξίσου επιδραστικές ήταν και παραμένουν οι ρηξικέλευθες παρεμβάσεις του καθώς και οι κατά καιρούς αντιπαραθέσεις του με πολλά «κατεστημένα» της ολλανδικής λογοτεχνικής πραγματικότητας. Τηρουμένων των αναλογιών, δεν θα ήταν υπερβολή να τον αποκαλέσουμε «Ολλανδό Ροΐδη».

Μια παρομοίωση που ισχυροποιείται από το γεγονός ότι ο Κόμραϊ είναι εκείνος που μετέφρασε (το 1967) την «Πάπισσα Ιωάννα» του Εμανουήλ Ροΐδη στα Ολλανδικά. Γιατί ο Κόμραϊ -εκτός των άλλων- είναι και αξιόλογος μεταφραστής. Ενδιαφέρον είναι ότι αυτή είναι και η πρώτη μετάφραση του Κόμραϊ , στην ουσία δηλαδή η πρώτη του παρουσία στα Ολλανδικά γράμματα.

Η μετάφραση επανεκδόθηκε κάποια χρόνια αργότερα, αλλά σήμερα δεν είναι πια διαθέσιμη, παρά μόνο σε κάποια Ολλανδικά παλαιοβιβλιοπωλεία. Μακάρι κάποια στιγμή στο μέλλον να δούμε μια καινούρια έκδοσή της.

Μαθήματα Ολλανδικών με τον Χέιρτ Μακ

eeuw_van_mijn_vader
Standard

Από τη μέθοδο linguaphone μέχρι τα ταξίδια στο εξωτερικό, υπάρχουν πάρα πολλοί τρόποι για να μάθει κανείς μια ξένη γλώσσα. Ένας Αμερικανός ακολούθησε ένα εξαιρετικά πρωτότυπο μονοπάτι στην πορεία του προς την εκμάθηση των Ολλανδικών: χωρίς προηγούμενη γνώση, μαθήματα ή μεθόδους, διάβασε απλά (στο πρωτότυπο) ένα βιβλίο του Χέιρτ Μακ. Ο Μακ είναι ένας από τους πιο γνωστούς και μεταφρασμένους συγγραφείς της Ολλανδίας και στην Ελλάδα κυκλοφορούν τα βιβλία του «Στην Ευρώπη» και «Στη γέφυρα του Γαλατά«.

Το βιβλίο όμως που διάλεξε ο εν λόγω «μαθητής» είναι ένα παλιότερο του Μακ και αμετάφραστο στα Ελληνικά με τίτλο «ο αιώνας του πατέρα μου«.  Στο βιβλίο αυτό (που αριθμεί πάνω από 500 σελίδες), ο Μακ περιγράφει τη ζωή του πατέρα του και μέσω αυτής την Ολλανδία του εικοστού αιώνα. Χωρίς να τον κάνει εξπέρ των Ολλανδικών, η προσπάθεια του συγκεκριμένου Καλιφορνέζου απέδωσε καρπούς, όπως μπορούμε να διαπιστώσουμε στο blog που ανανέωνε τακτικά από τον Αύγουστο του 2009 μέχρι τον Αύγουστο του 2010.

Στο συγκεκριμένο blog υπάρχουν διάφορες ενδιαφέρουσες πληροφορίες και σύνδεσμοι για εκείνους που μαθαίνουν την Ολλανδική γλώσσα. Αλλά κυρίως είναι μια αλλόκοτη μεν, ειλικρινής δε μαρτυρία κάποιου που θέλει να εντρυφήσει σε μια τελείως ξένη γλώσσα και να καταλάβει την κουλτούρα της χώρας από την οποία προέρχεται.

Τίρζα: το σπουδαιότερο μυθιστόρημα του 21ου αιώνα;

grunberg_tirza
Standard

Άρνον Γκρούνμπεργκ: για πολλούς, ο σπουδαιότερος Ολλανδός συγγραφέας της νέας γενιάς. Γεννημένος το 1971, κάτοικος πλέον της Νέας Υόρκης, συνεργάτης σε διάφορα έντυπα όπου με παρρησία εκφράζει τη γνώμη του επί παντός επιστητού, αγαπημένος και του τηλεοπτικού φακού.  Το 2006 δημοσίευσε το μυθιστόρημα Τίρζα, το οποίο κέρδισε τα δύο σπουδαιότερα λογοτεχνικά βραβεία των Κάτω Χωρών, το ολλανδικό Λογοτεχνικό Βραβείο και το φλαμανδικό «Χρυσή Κουκουβάγια«. Οι αναγνώστες και οι κριτικοί το λάτρεψαν και σε μια ψηφοφορία του Groene Amsterdammer, ανακυρήχθηκε σαν το σπουδαιότερο μυθιστόρημα του εικοστού πρώτου αιώνα – σε μια λίστα που δεν περιοριζόταν μόνο σε ολλανδικά βιβλία.

Στις 21 Ιουνίου, οι Έλληνες αναγνώστες θα έχουν την ευκαιρία να απολαύσουν αυτό το βιβλίο στα Ελληνικά, σε μετάφραση από την Ινώ Βαν Ντάικ – Μπαλτά και σε μια έκδοση του Καστανιώτη.  Οι αναγνώστες του taal.gr έχουν από σήμερα την ευκαιρία να διαβάσουν το πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου (σε μορφή pdf, για την οποία χρειάζεστε ένα πρόγραμμα σαν το δωρεάν Foxit Reader).

Διαβάστε και την κριτική του βιβλίου από το MiC.gr.

Το καλύτερο ολλανδικό μυθιστόρημα

multatuli
Standard

«Max Havelaar» (Μαξ Χάβελααρ): εκτός Ολλανδίας, το όνομα δε λέει ίσως κάτι στον μέσο αναγνώστη. Σε κάποιους, θα φέρει στο νου την ολλανδική μάρκα καφέ μιας εταιρείας που παράγει τα προϊόντα της με «έντιμους τρόπους» φροντίζοντας να αποδίδει τα δέοντα στους καφεπαραγωγούς, χωρίς να τους εκμεταλλεύεται.

Για τους Ολλανδούς όμως, «Μαξ Χάβελααρ» είναι και παραμένει το όνομα του θεωρούμενου ως το καλύτερο μυθιστόρημα γραμμένο στη γλώσσα τους. Εκδόθηκε το 1860 και για το περιεχόμενό του ενδεικτικός είναι ο υπότιτλος: «οι δημοπρασίες καφέ της Ολλανδικής Εταιρίας των Ανατολικών Ινδιών». Το βιβλίο διαδραματίζεται στην Ιάβα, η οποία εκείνη την περίοδο ήταν ολλανδική αποικία. Εκεί, ο κεντρικός ήρωας του βιβλίου (Μαξ Χάβελααρ), παλεύει ενάντια στην εκτεταμένη διαφθορά που ήταν αποτέλεσμα της αποικιοκρατικής πολιτικής των ολλανδικών επιδοτήσεων για την παραγωγή καφέ.

Ο αντίκτυπος του βιβλίου ήταν τόσο μεγάλος, που οδήγησε σε ουσιαστικές αλλαγές στην πολιτική των Ολλανδών για τη διόρθωση της κατάστασης. Αναλυτές υποστηρίζουν ότι αυτό το βιβλίο ενέπνευσε και το κίνημα ανεξαρτησίας της νήσου κατά των αποικιοκρατών. Το περιεχόμενο και τα μηνύματά του παραμένουν επίκαιρα ακόμα και σήμερα και ο χαρακτηρισμός «ένα από τα σημαντικότερα βιβλία της Ευρωπαϊκής γραμματείας» δεν έχει ξεθωριάσει.

Το πραγματικό όνομα του συγγραφέα είναι Eduard Douwes Dekker, αλλά έμεινε γνωστός με το όνομα Μουλτατούλι (Multatuli). Με ένα μουσείο κι ένα ίδρυμα αφιερωμένο στο έργο και την κληρονομιά του, οι Ολλανδοί εκπληρώνουν το χρέος των απογόνων προς τον σημαντικότατο λογοτέχνη. Φέτος μάλιστα είναι μια ξεχωριστή χρονιά, μια και συμπληρώνονται 150 χρόνια από την έκδοση του «Μαξ Χάβελααρ», γεγονός που γιορτάζεται με πληθώρα εκδηλώσεων και εκδόσεων.

Το βιβλίο έχει μεταφραστεί σε δεκάδες γλώσσες, αλλά όχι στα Ελληνικά. Το ενδιαφέρον νέο που «ψαρέψαμε» από τα αρχεία της έγκυρης ολλανδικής εφημερίδας NRC είναι ότι το 2007, στα πλαίσια της Έκθεσης Βιβλίου Θεσσαλονίκης, ανακοινώθηκε ότι το έργο του Μουλτατούλι μεταφράζεται στα Ελληνικά. Δυστυχώς, απ” όσο ξέρουμε αλλά και από τη βάση της biblionet, η πληροφορία αυτή δεν επιβεβαιώνεται. Ελπίζουμε να ανακοινωθεί σύντομα κάτι σχετικό από κάποιον Έλληνα εκδότη.

Μέχρι τότε, μπορείτε να διαβάσετε (χωρίς κόστος) το βιβλίο στο κομπιούτερ σας ή την ηλεκτρονική αναγνωστική σας συσκευή: τόσο στα Ολλανδικά όσο και σε μια (παλιά) αγγλική μετάφραση.

Στη γέφυρα του Γαλατά

gefyra_galata
Standard


910.000 αντίτυπα από αυτό το βιβλίο κυκλοφόρησαν το 2007 σε όλη την Ολλανδία. Μοιράστηκαν συγκεκριμένα, στα πλαίσια του θεσμού της Ετήσιας Εβδομάδας Βιβλίου. Κάθε χρόνο, κάποιος επιφανής Ολλανδός λογοτέχνης αναλαμβάνει να γράψει ένα βιβλίο περιορισμένης έκτασης, το οποίο και διανέμεται δωρεάν σε βιβλιοθήκες και βιβλιοπωλεία.

Όμως, ο Χέιρτ Μακ δε χρειάζεται το «σπρώξιμο» ανάλογων εκδηλώσεων για να γίνει γνωστός, μια κι έχει ήδη γράψει κάμποσα best seller. Το πιο γνωστό απ” αυτά, με τίτλο «Στην Ευρώπη» έχει μεταφραστεί σε μια προσεγμένη έκδοση από το Μεταίχμιο. Στο παρελθόν το taal.gr είχε αναφερθεί σε μια κριτική για το συγκεκριμένο βιβλίο και παρουσίασε στο Ελληνικό κοινό τα επεισόδια της σχετικής τηλεοπτικής σειράς ντοκιμαντέρ, με Αγγλικούς υπότιτλους.

Όπως υποδηλώνει και ο τίτλος του, το βιβλίο «στη γέφυρα του Γαλατά» αναφέρεται στην Τουρκία και συγκεκριμένα στην ιστορία και τις σχέσεις της με τον Δυτικό κόσμο. Όπως έγραψε η M. Fogtelloo κι εδώ ο Mak «ενώνει την μεγάλη γραμμή της ιστορίας με τις μικρές ιστορίες των απλών ανθρώπων». Πάλι με αφορμή και άξονα μια προσωπική επίσκεψη του Mak στην περιοχή που περιγράφει.

Τα βιβλία του Geert Mak έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες και τον έχουν κάνει διεθνώς γνωστό. Λιγότερο γνωστό για τους εκτός Ολλανδίας είναι το φυλλάδιο/μανιφέστο «Gedoemd tot kwetsbaarheid» («Καταδικασμένοι στην τρωτότητα»), που κυκλοφόρησε λίγο καιρό μετά τη δολοφονία του Ολλανδού σκηνοθέτη Theo van Gogh από έναν φανατικό ισλαμιστή. Σ” αυτό το φυλλάδιο, ο Μακ είχε εκφράσει την ανησυχία του για την αυξανόμενη πόλωση της ολλανδικής κοινωνίας και τη στροφή στην ακραία, συνθηματική ρητορική κατά των Μουσουλμάνων. Ο χρόνος δείχνει ίσως τις όποιες αδυναμίες του μανιφέστου. Παράλληλα όμως, η δημοτικότητα του ακροδεξιού σχηματισμού του Wilders αποδεικνύει ότι το καμπανάκι που έκρουσε τότε ο Mak δεν ακούστηκε όσο θα έπρεπε.

Το βιβλίο «στη γέφυρα του Γαλατά» του αξιόλογου αυτού συγγραφέα και δημοσιογράφου, μεταφράστηκε στα Ελληνικά από την Ινώ Βαν Ντάικ-Μπαλτά και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

Η θλίψη του Βελγίου

verdriet_van_belgie
Standard

Αυτή την περίοδο και μετά από αναγνώσεις μηνών (για να μην πω “ετών”), ολοκληρώνω το διάβασμα του μεγαλειώδους βιβλίου του Ούγκο Κλάους «Η Θλίψη του Βελγίου«. Όπου το  «ολοκληρώνω» ας διαβαστεί ως κάτι σχετικό, μια κι ανάγνωση ενός τέτοιου βιβλίου δεν είναι η κλασική, γραμμική, “μια κι έξω”.

Δε θα επιμείνω εδώ περισσότερο στη σημασία του έργου, μια και τα έχουν πει άλλοι καλύτερα και πριν από μένα. Στο μέλλον, βέβαια, θα επανέλθω και στο βιβλίο και στον συγγραφέα, αυτόν τον ανεπανάληπτο πεζογράφο και ποιητή.

Η πρώτη προσέγγιση με τον Claus συνοδεύεται από τις σχετικές αναγνωστικές παρενέργειες απέναντι σε κάτι “κλασικό”. Δέος μπροστά στον όγκο της δουλειάς, αμφιβολία για το κατά πόσο κάτι τόσο μεγάλο θα μας αφορά πραγματικά.

Κι όμως, παρά τη “θλίψη” στον τίτλο και αυτό το βιβλίο και τα υπόλοιπα έργα του Κλάους δεν αργούν να σε αιχμαλωτίσουν. Προσωπικά θεωρώ μεγάλη παράλειψη το ότι ένας τέτοιος λογοτέχνης δεν πήρε το Νόμπελ όσο ζούσε και -όσο κλισέ κι αν ακουστεί- αμφιβάλλω αν στο μέλλον θα ξαναβγεί ένας τέτοιας εμβέλειας χειριστής της φλαμανδικής/ολλανδικής γλώσσας.

Θερμά συγχαρητήρια αξίζουν στον Καστανιώτη για μια ακόμα προσεγμένη σ” όλα έκδοση και κυρίως στον Γιάννη Ιωαννίδη για μια μετάφραση που αναμετράται «στα ίσια» με το πρωτότυπο, πραγματώνοντας μνημειώδεις μεταγραφές που μεταγγίζουν πολλά και στη δική μας γλώσσα.

Αν θα έπρεπε να συνοψίσω αυτό που ξεχωρίζει τον Κλάους σε λίγες λέξεις, θα έλεγα ότι πρόκειται για την ικανότητά του να μην αφήνει στιγμή ούτε τη γλώσσα ούτε την πλοκή να πάρουν προβλέψιμους δρόμους. Αυτό σε συνδυασμό με το θανατηφόρο χιούμορ αλλά και την ποιητική ευαισθησία του, κάνουν την ανάγνωση της θλίψης του Βελγίου μια άκρως απολαυστική εμπειρία.

Αντί επιλόγου, δυο τυχαία σταχυολογήματα από τις κοντά 600 σελίδες του τόμου:

«“Μακριά τα χέρια σου, πρόστυχε”, είπε προς το αγόρι που ροχάλιζε και την ίδια στιγμή απόδιωξε δύστροπα και την εικόνα της κόρης του φαρμακοποιού, όπως ήταν καθισμένη πίσω από τον οδηγό του λεωφορείου στο δρόμο για το Βίρεμπεϊκε με ολόκληρη τη θλίψη του Βελγίου στα πλατιά της μάτια, που όπως αντανακλούσαν στο τζάμι έλεγες πως τον κοίταζαν. Από μια χαραμάδα της ξεχαρβαλωμένης πόρτας της αποθήκης κοίταξε τα αστέρια που δεν βρίσκονται εκεί που νομίζουμε πως βρίσκονται, γιατί το φως μερικές φορές κάνει παράξενους ελιγμούς προτού φτάσει σ” εμάς».

«Ο Λουί ονειρεύτηκε δυο αρμαδίλους βαμμένους σε χρώμα παστέλ που ψαχούλευαν σε παραδεισένιους θάμνους και μετά σκαρφάλωσαν άτσαλα σ” ένα ξύλινο ικρίωμα που είχε στηθεί κάτω από το Μπέλφορτ της Βάλε, μια ετοιμόρροπη εξέδρα με σημαίες και λουλουδάτα στεφάνια, επάνω στην οποία στεκονταν ο Σόστερς και ο Ντε Κούνε, μασώντας τσίχλα, φορώντας τη ζώνη με το κρίνο των Προσκόπων. Ήχος τυμπάνων ακουγόταν χαμηλόφωνα. Μια ουβερτούρα. Ήθελε να πάει εκεί, γιατί του έριχναν ικετευτικά βλέμματα, η Μαμά είπε: “Καλά, πήγαινε, μπορείς να πας να τους βοηθήσεις, μα πρώτα πρέπει να χτενίσεις τα μαλλιά σου, έλα, άσε με να το κάνω εγώ.”

Ο Λουί δεν μπόρεσε ν” αντισταθεί, απόθεσε το κεφάλι του στα γόνατά της σαν να το “βαζε σε κούτσουρο χασάπη. Κάτω από το φόρεμα που είχε ζωγραφισμένα μάτια παγονιού έβγαλε ένα καυτό ψαλίδι για φριζάρισμα. “Μαμά, θ” αργήσω. Άκου, τα τύμπανα άρχισαν να δυναμώνουν! Σε παρακαλώ! Έλα τώρα!”, αλλά αυτή συνέχισε να του κατσαρώνει τα μαλλιά, η μπριγιαντίνη τσιτσίρισε.»